παραρρέει

παραρρέει
παραρρέω
flow beside
pres ind mp 2nd sg (epic ionic)
παραρρέω
flow beside
pres ind act 3rd sg (epic ionic)
παραρρέω
flow beside
pres ind mp 2nd sg (epic ionic)
παραρρέω
flow beside
pres ind act 3rd sg (epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • παραρρέω — ΝΜΑ ρέω κοντά σε κάτι ή πέρα από αυτό μσν. αρχ. μτφ. α) διαφεύγω τής προσοχής κάποιου β) χάνομαι από τις αισθήσεις ή από την μνήμη, λησμονιέμαι αρχ. 1. ξεφεύγω γλιστρώντας 2. παραμελώ την εκτέλεση εντολής ή συμβουλής 3. φεύγω τρέχοντας 4. μπαίνω… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”